H ΓΣΕΕ έχει ζητήσει επαναφορά στα 751 ευρώ ωστόσο οι εργοδοτικοί φορείς ζητούν πάγωμα λόγω της κατάστασης που επικρατεί από τις συνέπειες της πανδημίας.
Ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης μιλώντας σε ραδιοφωνικό σταθμό υπογράμμισε ότι «λόγω του θεσμικού μου ρόλου και λόγω του ότι ακολουθείται μια πολύ συγκεκριμένη διαδικασία από το νόμο 4173 η οποία είναι πολύ σαφής και με συγκεκριμένα στάδια ο υπουργός και η κυβέρνηση μιλάει στο τέλος άρα εμείς θα τοποθετηθούμε στο τέλος Ιουλίου για αυτό το ζήτημα. Τώρα μιλάνε οι κοινωνικοί εταίροι, τα Ινστιτούτα και τα λοιπά, καταγράφονται, συντάσσεται μια έκθεση από το ΚΕΠΕ και βάσει της εκθέσεως αυτής τοποθετείται η κυβέρνηση».
Επίσης ο υπουργός αναφέρθηκε στην κατάσταση στον e-ΕΦΚΑ και σημείωσε ότι «προσδοκούμε ότι τώρα που θα μπορεί μπροστά η οικονομία αυτό θα έχει μια θετική επίδραση στα έσοδα επίσης του ΕΦΚΑ. Δεν υπάρχει κάποιος λόγος ανησυχίας, παρακολουθούμε την κατάσταση και βεβαίως προσπαθούμε να κρατήσουμε μια ισορροπία από τη μια πλευρά να μην αγνοούμε τα πραγματικά προβλήματα που έχει η αγορά εργασίας και οι επιχειρήσεις ιδιαίτερα τον τελευταίο χρόνο και από την άλλη πλευρά να μην υπερβούμε κάποια όρια γιατί στο τέλος θα έρθει, και στην κυβέρνηση και στους ασφαλισμένους, ο λογαριασμός άστοχων επιλογών».
Επίσης για τις εκκρεμείς συντάξεις σημείωσε ότι το πρόβλημα είναι μεγάλο, δεν είναι δικαιολογημένο για την Ελλάδα του 2021, προκλήθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό από την άτακτη, χωρίς κανόνες , φύρδην-μίγδην συγχώνευση του ΕΦΚΑ το 2016.
«Από τότε οξύνθηκε, παραλήφθηκε ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα από την κυβέρνηση 1 εκατομμύριο 59 χιλιάδες ασφαλιστικές εκκρεμότητες το καλοκαίρι του 2019. Το 2020 δόθηκαν 30% παραπάνω συντάξεις από ότι το ’19. 61% στο πρώτο τρίμηνο του ’21 παραπάνω συντάξεις σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του ’19 και 46% παραπάνω σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του ’20 αλλά η βελτίωση αυτή δεν φτάνει.
Το πρόβλημα παραμένει και για αυτο το λόγο πήραμε αυτό το ανακουφιστικό μέτρο για την προκαταβολή συντάξεων στο ύψος της εθνικής μαζί με αναδρομικά το οποίο εκμεταλλεύτηκαν πάρα πολύ συνταξιούχοι και δεύτερον βάζουμε μέσα τους πιστοποιημένους λογιστές και δικηγόρους, σε σύντομο χρονικό διάστημα θα ξεκινήσει η εκπαίδευσή τους και θέλουμε το ταχύτερο δυνατό να συμβάλουν και αυτοί από την πλευρά τους να αντιμετωπίσουμε αυτό το στοκ των συντάξεων.
Παράλληλα θα αξιοποιήσουμε και τις υπηρεσίες ιδιωτικών εταιρειών στο επίπεδο της πληροφορικής και της οργάνωσης έτσι ώστε με ένα σύγχρονο τρόπο, όπως γίνεται τηρουμένων των αναλογιών και στους εμβολιασμούς, να αντιμετωπιστεί και το ζήτημα αυτό χωρίς μεγάλα λόγια αλλά με σύστημα και σύγχρονες μεθόδους».
Ερωτηθείς αν πιστεύει ότι είναι τα συνδικαλιστικά ζητήματα που προκαλούν τις αντιδράσεις στο νομοσχέδιο για τα εργασιακά υπογράμμισε ότι δεν αποκλείεται προσθέτοντας ότι «εμείς έχουμε φέρει ήδη μια δέσμη μέτρων σε σχέση με τα συνδικαλιστικά, προβλέπουμε για παράδειγμα ότι θα πρέπει να γίνονται παντού ηλεκτρονικές ψηφοφορίες και τις γενικές συνελεύσεις και την εκλογή διοικητικών συμβουλίων των Σωματείων.
Προβλέπουμε ότι δεν πρέπει να υπάρχει χρηματοδότηση είτε από ιδιώτες εργοδότες είτε από ΔΕΚΟ σε σωματεία συνδικαλιστικά ή ομοσπονδίες. Προβλέπουμε ότι η παρεμπόδιση προσέλευσης εργαζομένων σε εργασία από απεργούς ή συνδικαλιστές είναι λόγος ακύρωσης απεργίας γιατί όπως υπάρχει το ιερό δικαίωμα στην απεργία υπάρχει και το ιερό δικαίωμα στην εργασία.
Προβλέπουμε στο ίδιο νομοσχέδιο ότι θα πρέπει για τις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, στο μετρό πχ όποτε υπάρχει απεργία να λειτουργεί το 33% της υπηρεσίας όπως συμβαίνει σε χώρες όπως η Γαλλία, το Βέλγιο, ο Καναδάς και θα αντιμετωπίσουμε και το ζήτημα διότι δεν είναι δυνατόν να κηρύσσεται παράνομη μια απεργία και στη συνέχεια με διάφορες προφάσεις να γίνεται τελικά η απεργία παρά τη δικαστική απόφαση. Δεν νομίζω ότι αυτό είναι μια θεμιτή πρακτική και θα αντιμετωπιστεί και αυτή από το νομοσχέδιο.
Το δικαίωμα στην απεργία είναι ιερό αλλά νομίζω ότι όσοι καταχρώνται αυτών των δικαιωμάτων στο τέλος στρέφονται εναντίον των εαυτών τους. Η απεργία γίνεται εναντίον της κυβέρνησης ή εναντίον της εργοδοσίας δεν μπορεί να γίνεται εναντίον της κοινωνίας».
Κατώτατος μισθός: Τι προτείνουν οι κοινωνικοί εταίροι
Σύμφωνα με πληροφορίες του insider.gr , οι προτάσεις των κοινωνικών εταίρων επί των πορισμάτων που κατέθεσαν στην αρμόδια Επιτροπή Διαβούλευσης είναι αποκαλυπτικές των προθέσεών τους να παραμείνουν «παγωμένες» οι κατώτατες αποδοχές για ακόμη έναν χρόνο.
Πιο συγκεκριμένα, τα πορίσματα που κατέθεσαν αναφέρουν τα εξής:
ΓΣΕΕ: Για το 2021, η πρόταση της ΓΣΕΕ είναι ο κατώτατος μισθός να ανέλθει στα 751 ευρώ και στη συνέχεια να προσαρμοστεί στο 60% του διάμεσου μισθού βάσει των στοιχείων του ΟΟΣΑ, δηλαδή στα 809 ευρώ.
Όπως αναφέρει η Συνομοσπονδία στο πόρισμά της, «ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το όριο της απόλυτης και της σχετικής φτώχειας, καθώς είναι υπερβολικά χαμηλός για να εξασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Η εξασφάλιση ενός επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης καθιστά άμεση την ανάγκη αύξησής του κατά 159 ευρώ μηνιαίως σε δεκατετράμηνη βάση».
ΣΕΒ: Αντίθετοι με την προοπτική αύξησης του κατώτατου μισθού φέτος δηλώνουν οι εκπρόσωποι του βιομηχανικού κόσμου, δίνοντας έμφαση στην ελάφρυνση του μη μισθολογικού κόστους. «Τουλάχιστον για όσο διαρκούν οι άμεσες αρνητικές επιδράσεις της πανδημίας, το 2021 δεν κρίνεται σκόπιμο να γίνουν αλλαγές στο επίπεδο του κατώτατου μισθού, ειδικά μεγάλης κλίμακας», υποστηρίζει στο πόρισμά του ο Σύνδεσμος.
«Στο πλαίσιο της ταχύτερης οικονομικής ανάκαμψης που έχει ανάγκη σήμερα η Ελληνική οικονομία, και για την υποστήριξη του διαθεσίμου εισοδήματος και της απασχόλησης των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, προτείνεται να δοθεί προτεραιότητα δημιουργίας και αξιοποίησης ενδεχόμενου δημοσιονομικού χώρου για την μείωση του μη μισθολογικού κόστους, ειδικά σε σχέση με τη φορολογία της εργασίας και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, με μέτρα μόνιμης διάρκειας, ώστε να αυξηθεί το διαθέσιμο εισόδημα όσων αμείβονται με τον κατώτατο μισθό» τονίζει.
ΓΣΕΒΕΕ: Στην βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων την επόμενη μέρα εστιάζει η πρόταση της ΓΣΕΒΕΕ για το ύψος του νέου κατώτατου μισθού. Όπως υποστηρίζει «σε αυτό το εξαιρετικά ρευστό περιβάλλον προέχει η διάσωση των επιχειρήσεων και η διατήρηση των θέσεων εργασίας. Ως εκ τούτου οποιαδήποτε μεταβολή που αυξάνει το κόστος λειτουργίας μπορεί να αποβεί καθοριστική τόσο για την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων όσο και για την διατήρηση των θέσεων εργασίας».
Η ΓΣΕΒΕΕ παραμένει σταθερή στη θέση της για αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, μέσω της αποφασιστικής συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων (εργοδοτών και εργαζομένων) στον καθορισμό του κατώτατου μισθού.
ΕΣΕΕ: Εκτός πραγματικότητας χαρακτηρίζει ο εμπορικός κόσμος της χώρας την συζήτηση για ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού, λόγω του ρευστού και γεμάτου προκλήσεις οικονομικού και επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
«Ενδεχόμενη αύξηση του κατώτατου μισθού σήμερα θα είχε ως αποτέλεσμα να πληγεί η βιωσιμότητα των ΜμΕ, οι οποίες είναι ο σημαντικότερος εργοδότης της χώρας, ενώ θα επέφερε ισχυρές αναταράξεις σε θέσεις εργασίας που αμείβονται με τον κατώτατο (νέοι εργαζόμενοι και ευέλικτες μορφές απασχόλησης) ή σε ήδη σκληρά δοκιμαζόμενους κλάδους» αναφέρει στο υπόμνημά της.
ΣΕΤΕ: «Ραντεβού» για το 2022 δίνει ο Σύνδεσμος Τουριστικών Επιχειρήσεων σε ότι αφορά την συζήτηση αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού, ενώ για φέτος υποστηρίζει την διατήρησή του στα σημερινά επίπεδα.
Όπως αναφέρει στο υπόμνημά του προς την Επιτροπή, «οι καλές προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας το 2021 και ακόμη περισσότερο το 2022 δικαιολογούν απολύτως την πολιτική της διατήρησης του κατώτατου μισθού κατά το τρέχον έτος στα σημερινά επίπεδα.
Η εκτίμησή μας είναι ότι το 2022 η ταχύτερη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και η συμβολή των νέων ευρωπαϊκών χρηματοδοτικών πόρων θα οδηγήσει σε μια σημαντική βελτίωση του ΑΕΠ και της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και θα δημιουργήσει ένα προσφορότερο και ευνοϊκό πλαίσιο για την αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού».
ΣΒΕ: Να παραμείνει και την επόμενη χρονιά ο κατώτατος μισθός στο ύψος των 650 ευρώ, αλλά να συνοδεύεται απαραίτητα από φορολογικές ελαφρύνσεις των χαμηλόμισθων ζητά ο Σύνδεσμος, καλώντας την κυβέρνηση να εξετάσει πιθανά άλλα μέτρα τα οποία θα βελτιώνουν το εισόδημα των εργαζόμενων.
«Το γενικότερο οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, ουσιαστικά υπαγορεύει την αδυναμία του οικονομικού συστήματος να υποστηρίξει και να τροφοδοτήσει μία αύξηση του κατώτατου μισθού, χωρίς να μειωθεί η διεθνής ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής οικονομίας» τονίζουν οι βιομήχανοι της Βόρειας Ελλάδος και αναφέρουν πως οι επιχειρήσεις είναι αυτές που θα κληθούν τελικά να επωμισθούν αφενός την αύξηση που θα συμφωνηθεί και αφετέρου το μη μισθολογικό κόστος που θα προκύψει από αυτήν την αύξηση.
Διαβάστε όλες τις ειδήσεις για την Εύβοια
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις για την Ελλάδα και τον Κόσμο στο evima.gr