“Πιστεύω ότι οι Έλληνες έχουν καταλάβει και προσπαθούν, έχουμε πράξει το ανθρωπίνως δυνατό ως επιστήμονες σε αυτή την κρίση δημόσιας υγείας”, αναφέρει.
“Οι επιστήμονες αντιληφθήκαμε τον εχθρό αρκετά έγκαιρα, θεωρούμε. Ίσως δεν τον έχει δει ακόμη όλος ο πληθυσμός”, αναφέρει μεταξύ άλλων ο καθηγητής λοιμωξιολογίας, και εκπρόσωπος του ΕΟΔΥ, Σωτήρης Τσιόδρας, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα “Πρώτο Θέμα”.
Πλέον, όπως λέει ο ίδιος, έχει δύο συγκεκριμένους, βάσιμους και επιστημονικά πια τεκμηριωμένους λόγους για την ανησυχία του: “Τη μεγάλη μεταδοτικότητα που έχει ο ιός, ιδίως από ασθενείς που νοσούν χωρίς να έχουν έντονα συμπτώματα, αλλά και την ευπάθεια των ηλικιωμένων και των ευπαθών ομάδων. Είναι δύο κρίσιμοι παράγοντες που οδηγούν σε ταχεία αύξηση κρουσμάτων και τεράστιο φορτίο για το σύστημα υγείας και τις ομάδες αυτές του πληθυσμού”.
Ο κ. Τσιόδρας θεωρεί ότι τα περίπου 3.000 κρούσματα της νόσου που βρίσκονται πλέον διεσπαρμένα στην επικράτεια, και εκ των οποίων έχουν εντοπιστεί τα 624, είναι ένας αριθμός διαχειρίσιμος, ο οποίος θα παραμείνει διαχειρίσιμος μόνο αν τηρηθούν τα μέτρα που έχουν ληφθεί. Πιστεύει ότι η συστράτευση όλων των Ελλήνων μπορεί να αντιστρέψει τις δυσοίωνες εκτιμήσεις που παραπέμπουν στη δραματική πραγματικότητα της Ιταλίας.
“Μέσα στους επόμενους δύο με τρεις μήνες θα είναι διαθέσιμη μια αρκετά αποτελεσματική θεραπεία της νόσου – θα πρόκειται για διπλό ή τριπλό κοκτέιλ φαρμάκων”, αναφέρει ο κ. Τσιόδρας.
Σημαντικά αποτελέσματα περιμένει ο καθηγητής το επόμενο διάστημα και από άλλες επιστημονικές δράσεις που έχουν δρομολογηθεί, όπως η μελέτη αντισωμάτων για τους ασθενείς που ανάρρωσαν, καθώς και από την εργαστηριακή παρακολούθηση των επαφών επιβεβαιωμένων εργαστηριακά κρουσμάτων που θα αποτυπώσει αδρά την εικόνα της πανδημίας στην Ελλάδα.
Σε ερώτηση για το αν τον ανησυχεί το ενδεχόμενο να μην έχουν τα μέτρα το επιθυμητό αποτέλεσμα, ο κ. Τσιόδρας απαντά: “Ο κόσμος δεν έχει εκπαιδευτεί να δρα προληπτικά σε τέτοια πρωτόγνωρα θέματα δημόσιας υγείας, το γνωρίζει η επιστημονική κοινότητα αυτό. Κατά την εκτίμησή μου είναι αδύνατον να μην αποδώσουν – έστω και μερικά. Πιστεύω ότι οι Έλληνες έχουν καταλάβει και προσπαθούν, έχουμε πράξει το ανθρωπίνως δυνατό ως επιστήμονες σε αυτή την κρίση δημόσιας υγείας. Εμείς έχουμε ήσυχη τη συνείδησή μας, και αυτό καλώ όλους να το σκεφτούν καλά. Θα έχουμε όλοι τη συνείδησή μας ήσυχη στο τέλος αυτής της ιστορίας; Είναι βασικό ερώτημα που πρέπει να απασχολήσει τους Έλληνες και τώρα και μετά. Χρειαζόμαστε στρατιωτικού τύπου μέτρα -να τεθούμε υπό επιτήρηση- όπως αυτά που εφαρμόζονται ήδη στη Γαλλία; Δεν νομίζω πως θα μας άρεσε κάτι τέτοιο και γι’ αυτό είναι σημαντικό να υπάρχει ομοψυχία στην τήρηση των μέτρων”.
“Αυτό που μας έκανε να δράσουμε άμεσα δεν ήταν πάρα μόνο η συνεχής εγρήγορσή μας ως επιστήμονες και το ενδιαφέρον για τη δημόσια υγεία. Όταν είσαι σε αυτό το πεδίο, δεν εφησυχάζεις ποτέ. Είναι σαν να βρίσκεσαι στο φυλάκιο και να περιμένεις τον εχθρό. Και εδώ πρόκειται για έναν αόρατο εχθρό που πρέπει να αντιμετωπίσεις όσο πιο έγκαιρα γίνεται. Αυτό ήταν από την πρώτη στιγμή η δική μου αγωνία”, τονίζει ο κ. Τσιόδρας στη συνέντευξή του.
Όσον αφορά στη θεραπεία κατά του κορωνοϊού, ο καθηγητής σημειώνει: “Εκτιμώ ότι μια αρκετά αποτελεσματική θεραπεία της νόσου COVID-19 θα είναι διαθέσιμη μέσα στους επόμενους δύο με τρεις μήνες – και θα πρόκειται για διπλό ή τριπλό κοκτέιλ φαρμάκων. Από τα διαθέσιμα στοιχεία φαίνεται πως η μονοθεραπεία -με ένα φάρμακο- δεν προκρίνεται σε αυτή τη νόσο. Η Ελλάδα ακολουθεί όλες τις παγκόσμιες επιστημονικές εξελίξεις και θα μπορεί να καλύψει θεραπευτικά τους ασθενείς όπως ακριβώς και οι άλλες χώρες. Ήδη χορηγούνται και τελευταίας γενιάς φάρμακα σε κάποιους ασθενείς”. Με πληροφορίες από Πρώτο Θέμα.
Διαβάστε όλες τις ειδήσεις για την Εύβοια
Διαβάστε όλες τις τελευταίες ειδήσεις για την Ελλάδα και τον Κόσμο στο evima.gr